- Σωκρατικῶν
- ΣωκρατικόςSocraticfem gen plΣωκρατικόςSocraticmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Σωκράτης — I Ένας από τους μεγαλύτερους φιλόσοφους της αρχαίας Ελλάδας (Αθήνα 470 ή 469 399 π.Χ.). Γιος ενός γλύπτη και μιας μαίας, ο Σ. πρέπει να είχε κάποια οικονομική άνεση, όπως αποδείχνει το γεγονός ότι πέρασε όλη του τη ζωή αδιαφορώντας για τα… … Dictionary of Greek
Idomeneus of Lampsacus — Idomeneus ( el. Ἰδομενεύς), of Lampsacus, was a friend and disciple of Epicurus, flourished about 310 270 BC. We have no particulars of his life, save that he married Batis of Lampsacus, the sister of Metrodorus. [Diogenes Laertius, Lives and… … Wikipedia
Фаний — (Φανίας, также Φαινίας, Phanias) уроженец лесбийского города Эреса, перипатетик, ученик Аристотеля и друг Феофраста. Плутарх в 13 гл. биографии Фемистокла, приводя от имени Ф. рассказ о жертвоприношении, которое происходило в греческом лагере… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Idomeneo de Lámpsaco — (en griego: Ἰδομενεύς Λαμψακηνός ) (c. 325 c. 270 a. C.) fue un amigo y discípulo de Epicuro. De su vida sólo se sabe que se casó con Batis de Lámpsaco, la hermana de Metrodoro de Lámpsaco,[1] y que fue dignatario de la corte de… … Wikipedia Español
Idoménée de Lampsaque — Pour les articles homonymes, voir Idoménée (homonymie). Idoménée de Lampsaque (Ἰδομενεύς Λαμψακηνός) Philosophe Grec Antiquité Naissance vers 325 Décès v … Wikipédia en Français
Фаний Эресский — (др. греч. Φανίας, также Φαινίας, лат. Phanias)(2 я половина 4 го века до н.э., Эрес, о. Лесбос начало 3 го века до н.э.) древнегреческий философ перипатетик и историк. Ученик Аристотеля и друг Феофраста. Плутарх в 13 главе… … Википедия
Πλάτων — I Έλληνας φιλόσοφος (Αθήνα ή Αίγινα 428/427 π.Χ. – Αθήνα 348/347). Κατά την παράδοση, το αληθινό του όνομα ήταν Αριστοκλής, όπως και του παππού του, και μόνο πολύ αργότερα ονομάστηκε Πλάτων, εξαιτίας του πλάτους των ώμων του. Η ζωή του. Γόνος… … Dictionary of Greek
αισχρός — ή, ό (Α αἰσχρός, ά, όν) 1. αυτός που προκαλεί την ντροπή, επονείδιστος, επαίσχυντος, ατιμωτικός 2. ανήθικος, φαύλος, κακοήθης, άθλιος, φρικτός αρχ. 1. (ως αντίθ. τού καλός) (για την εξωτερική εμφάνιση) άσχημος, δύσμορφος, παραμορφωμένος 2.… … Dictionary of Greek
πλάτων — I Έλληνας φιλόσοφος (Αθήνα ή Αίγινα 428/427 π.Χ. – Αθήνα 348/347). Κατά την παράδοση, το αληθινό του όνομα ήταν Αριστοκλής, όπως και του παππού του, και μόνο πολύ αργότερα ονομάστηκε Πλάτων, εξαιτίας του πλάτους των ώμων του. Η ζωή του. Γόνος… … Dictionary of Greek
Ηρόδικος — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Η. ο Σηλυβριανός (5ος αι. π.Χ.). Γιατρός, παιδοτρίβης και διαιτολόγος. Καταγόταν από τη Σηλυβρία της Θράκης, παλιά μεγαρική αποικία. Σύγχρονος του Ιπποκράτη, άσκησε το ιατρικό του επάγγελμα στα Μέγαρα … Dictionary of Greek